Λεπτό Έντερο

Το λεπτό έντερο αποτελείται από το δωδεκαδάκτυλο, τη νήστιδα και τον ειλεό και έχει μήκος περί τα 5m. Εκτείνεται από τη δωδεκαδακτυλονηστιδική καμπή (συνδεσμος του Treitz) εώς την ειλεοκολική βαλβίδα. Το λεπτό έντερο”κρέμεται” από το μεσεντέριο, γεγονός που το καθιστά εξαιρετικά ευκίνητο.

Κύριες λειτουργίες του λεπτού εντέρου είναι η μεταφορά, ανάδευση και απορρόφηση του χυμού των τροφών. Η συνολική απορροφητική νεπιφάνεις των 5 μέτρων του λεπτού εντέρου αυξάνεται κατά 600 περίπου φορές με τις λάχνες του βλεννογόνου. Τα διάφορα τμήματά του αποτελούν εξειδικευμένες θέσεις απορρόφησης ουσιών. Στο πρώτο τμήμα απορροφούντα τα περισσότερα αμινοξέα, υδατάνθρακες, μονογλυκερίδια, βιταμίνες, ασβέστιο, μαγνήσιο και ο σίδηρος, ενώ στο κατώτερο τμήμα του ειλεού η βιταμίνη Β12 και τα χολικά άλατα. Επιπλέον, το λεπτό έντερο έχει ενδοκρινικές και ανοσολογικές λειτουργίες.

Λεπτό Έντερο
απόφραξη λεπτού εντέρου

Ο αποφρακτικός ειλεός

του λεπτού εντέρου (αδυναμία προώθησης του περιεχομένου του εντέρου) είναι ένα συχνό πρόβλημα. Στο 75% περίπου των περιπτώσεων οφείλεται σε μετεγχειρητικές συμφύσεις. Η δεύτερη συχνότερη αιτία είναι οι κήλες και ακολουθεί η απόφραξη που προκαλείται από όγκο με συχνότερο το μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου. Ο εγκολεασμός και η συστροφή αποτελούν σπανιότερα αίτια.

Ποια είναι τα συμπτώματα του ειλεού;

Τα συμπτώματα ποικίλουν ανάλογα με την ακριβή θέση της απόφραξης, τη χρονική της διάρκεια και το βαθμό αυτής (πλήρης ή ατελής). Στα τυπικά συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται: Ναυτία, έμετοι, κοιλιακή διάταση, κωλικοειδές κοιλιακό άλγος κυρίως περιομφαλικά, μείωση ή αναστολή της αποβολής αερίων και κοπράνων.

Πώς τίθεται η διάγνωση της απόφραξης του λεπτού εντέρου;

Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό, την κλινική εξέταση, την απλή ακτινογραφία κοιλίας και τελικά την αξονική τομογραφία που έχει ευαισθησία και ειδικότητα που αγγίζουν το 100%. Η αξονική τομογραφία μπορεί επίσης να αξιολογήσει το βαθμό, το ύψος και την αιτία της απόφραξης. Αιματολογικός έλεγχος απαιτείται για την εκτίμηση της μεταβολικής διαταραχής και απώλειας υγρών.

Πώς αντιμετωπίζεται ο ειλεός;

Αναλόγως της γενικής κατάστασης του ασθενούς και της αιτίας η αρχική τουλαχιστον αντιμετώπιση μπορεί να είναι συντηρητική με την επιθετική αντιμετώπιση των διαταραχών ύδατος και ηλεκτρολυτών, την αποσυμφόρηση του ανώτερου πεπτικού με τη χρήση ρινογαστρικού καθετήρα και με στενή κλινικο-εργαστηριακή και απεικονιστική παρακολούθηση και επανεκτίμηση.

Ένα ποσοστό άνω του 50% των ασθενών με ειλεό λεπτού εντέρου θα χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για τη λύση του. Σαφώς οι ασθενείς που παρουσιάζονται με σημαντικό άλγος και στοιχεία εν εξελίξει φλεγμονής (πυρετός, λευκοκυττάρωση κτλ) οδηγούνται στο χειρουργείο. Το ίδιο ισχύει και για όσους ασθενείς είναι μεν κλινικά σταθεροί αλλά δεν παρουσιάζουν σημεία βελτίωσης με την πάροδο των πρώτων 24 ωρών. Ασθενείς με ειλεό λεπτού εντέρου και χωρίς ιστορικό προηγούμενης χειρουργικής επέμβασης (άρα ελάχιστες πιθανότητες παρουσίας συμφύσεων) χρήζουν σχεδόν πάντα χειρουργικής επέμβασης.

Το είδος της επέμβασης εξαρτάται από την ακριβή αιτία της απόφραξης, η οποία συχνά αποκαλύπτεται διεγχειρητικά και άρα δεν μπορεί να υπάρχει ακριβής πρόβλεψη. Σε αυτές τις περιπτώσεις συχνά ισχύουν αρκετές σχετικές αντενδείξεις της λαπαροσκοπικής χειρουργικής όπως η μαζική διάταση του εντέρου, οι πολλαπλές προηγηθείσες επεμβάσεις, η εμφανής ύπαρξη διάτρησης και η περιτονίτιδα.

όγκοι λεπτού εντέρου

Οι όγκοι του λεπτού εντέρου

δεν είναι συχνοί και αντιπροσωπεύουν μόνο το 1-1,5% όλων των νεοπλασμάτων του γαστρεντερικού συστήματος. Υπάρχει ξεκάθαρη συσχέτιση με τη φλεγμονώδη νόσο του εντέρου ενώ υπάρχει και μία μικρή αύξηση της επίπτωσης την τελευταία 30ετία.

Οι περισσότεροι όγκοι του λεπτού εντέρου είναι καλοήθεις με ελάχιστα ή και καθόλου συμπτώματα. Οι κακοήθεις όγκοι είναι πιθανότερο να προκαλέσουν συμπτώματα (αν και καθυστερημένα στην πορεία της νόσου) που θα οδηγήσουν τελικά στη διάγνωση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το 30% περίπου των ασθενών εμφανίζουν ήδη μεταστάσεις κατά τη διάγνωση.

Η επίπτωση των νεοπλασμάτων του λεπτού εντέρου έχει ως εξής:

  • Καλόηθες GIST, 30-40%
  • Αδένωμα, 20-30%
  • Λίπωμα, 15%
  • Αιμαγγείωμα, 10%
  • Άλλο, 15%
  • Αδενοκαρκίνωμα, 30-50%
  • Καρκινοειδές, 20-30%
  • Λέμφωμα, 15%
  • Κακόηθες GIST, 10-20%

Με τι συμπτώματα εμφανίζονται οι όγκοι του λεπτού εντέρου;

Τα κλινικά σημεία και συμπτώματα των όγκων του λεπτού εντέρου είναι αόριστα και μη ειδικά.

Οι καλοήθεις μάζες είναι συνήθως ασυμπτωματικές. Όταν προκαλούν συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως με τη μορφή εγκολεασμού, απόφραξης, διαλείποντος κοιλιακού άλγους, ναυτίας, εμέτων, διαλείπουσας αιμορραγίας.

Οι κακοήθεις όγκοι προκαλούν συχνότερα απώλεια βάρους, κοιλιακό άλγος, απόφραξη, αιμορραγία και ίκτερο.

Πώς γίνεται η διάγνωση των όγκων του λεπτού εντέρου;

Στην περίπτωση των καλοήθων όγκων του λεπτού εντέρου η διάγνωση γίνεται συνήθως τυχαία κατά τη διάρκεια επέμβασης ή απεικονιστικών εξετάσεων για άλλους λόγους. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, μεγάλη αξία έχει η αξονική τομογραφία που μπορει να αποκαλύψει τη βλάβη, τη θέση αυτής καθώς και την ενδεχόμενη εξωεντερική εντόπιση της νόσου (μεταστάσεις). Η χρήση ενδοσκοπικής κάψουλας και η γαστρο-δωδεκαδακτυλοσκόπηση (εφόσον η βλάβη εντοπίζεται στο 12δάκτυλο) μπορούν επίσης να συμβάλλουν στη διάγνωση.

Πώς θεραπεύονται οι όγκοι του λεπτού εντέρου;

Η χειρουργική εκτομή όπου χρειάζεται και είναι δυνατή αποτελεί την ενδεδειγμένη θεραπεία.

απόφυση Meckel

Η απόφυση Meckel

είναι ένα εμβρυολογικό υπόλειμμα. Συναντάται στο τελικό τμήμα του λεπτού εντέρου στο 2-3% του γενικού πληθυσμού.

Η συμπτωματολογία που συνδέεται με την παρουσία φλεγμαίνοντος εκκολπώματος του Meckel προσομοιάζει αυτή της οξείας σκωληκοειδίτιδας και γι’ αυτό το λόγο ανευρίσκεται συνήθως διεγχειρητικά κατά τη διάρκεια σκωληκοειδεκτομής. Η παρουσία της απόφυσης του Meckel μπορεί επίσης να προκαλέσει εγκολεασμό του εντέρου και άρα να εμφανισθεί με τα συμπτώματα της απόφραξης του λεπτού εντέρου.

Θεραπεία είναι η λαπαροσκοπική χειρουργική εκτομή και αναστόμωση του εντέρου, η οποία διενεργείται συνήθως ταυτόχρονα με σκωληκοειδεκτομή.